zweite

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Αριθμητικό[επεξεργασία]

zweite (de) (τακτικό)

  • δεύτερος
  • (στις ημερομηνίες) δυο
    am 2. Januar: am zweiten Januar – στις 2 Ιανουαρίου: στις δύο Ιανουαρίου