'γγίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

'γγίζω < αγγίζω ή εγγίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

'γγίζω