Μετάβαση στο περιεχόμενο

écouteur

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
écouteur écouteurs

écouteur (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]