écrin

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

écrin < escrin < λατινική scrinium (→ δείτε τη λέξη  σκρίνιο)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
écrin écrins

écrin (fr) αρσενικό