électroacoustique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- électroacoustique < électro- + acoustique
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
électroacoustique | électroacoustiques |
électroacoustique (fr) θηλυκό
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
électroacoustique | électroacoustiques |
électroacoustique (fr) αρσενικό ή θηλυκό