électromagnétique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: électro-magnétique

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
électromagnétique < électro- + magnétique

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
électromagnétique électromagnétiques

électromagnétique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]