élitiste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
élitiste (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
élitiste (fr) αρσενικό η θηλυκό
- ο ελιτιστής, ο ελιτίστας, η ελιτίστρια
élitiste (fr)
élitiste (fr) αρσενικό η θηλυκό