épiscope

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
épiscope épiscopes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

épiscope (fr) αρσενικό

Παράγωγα

[επεξεργασία]