étourneau
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
étourneau | étourneaux |
étourneau (fr) αρσενικό
- το ψαρόνι
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
étourneau | étourneaux |
étourneau (fr) αρσενικό