Μετάβαση στο περιεχόμενο

évitable

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
évitable évitables

Επίθετο

[επεξεργασία]

évitable (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]