évolution
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
évolution | évolutions |
évolution (fr) θηλυκό
- η εξέλιξη, η μετεξέλιξη, η ανέλιξη
- το προχώρημα
ενικός | πληθυντικός |
évolution | évolutions |
évolution (fr) θηλυκό