österreichisch
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- österreichisch < Österreich + -isch
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈøːstəʁaɪçɪʃ/