ĉesigi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ĉesigi < ĉes + -ig- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα ĉesigi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας ĉesigas ĉesiganta ĉesigata
αόριστος ĉesigis ĉesiginta ĉesigita
μέλλοντας ĉesigos ĉesigonta ĉesigota
υποθετική ĉesigus - -
προστακτική ĉesigu - -

ĉesigi (eo)