Μετάβαση στο περιεχόμενο

ĉifi

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ĉifi < ĉif + -i
ρήμα ĉifi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας ĉifas ĉifanta ĉifata
αόριστος ĉifis ĉifinta ĉifita
μέλλοντας ĉifos ĉifonta ĉifota
υποθετική ĉifus - -
προστακτική ĉifu - -

ĉifi (eo)