ĉiutaga
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ĉiutaga | ĉiutagaj |
αιτιατική | ĉiutagan | ĉiutagajn |
ĉiutaga (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ĉiutaga | ĉiutagaj |
αιτιατική | ĉiutagan | ĉiutagajn |
ĉiutaga (eo)