Μετάβαση στο περιεχόμενο

číslo

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

číslo (sk) ουδέτερο



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

číslo (cs) ουδέτερο

  1. ο αριθμός, το νούμερο
  2.   (σε γραφειοκρατία) pořadové číslo (συντομογραφία: poř. č.) - αριθμός καταχωρήσεως
  3. (ειδικότερα) το τεύχος