łabędzi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

łabędzi (pl) < łabędź (pl)

Επίθετο[επεξεργασία]

łabędzi (pl)

  • που αναφέρεται ή έχει σχέση με τον κύκνο, κύκνειος

Εκφράσεις[επεξεργασία]