łabędzi śpiew

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

łabędzi śpiew (pl) < łabędzi (pl) + śpiew (pl)

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

łabędzi śpiew (pl) αρσενικό