światło
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
światło (pl) ουδέτερο
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ δείτε τη λέξη świecić
światło (pl) ουδέτερο
→ δείτε τη λέξη świecić