Μετάβαση στο περιεχόμενο

ŝirinta

Από Βικιλεξικό

ŝirinta

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

ŝirinta (eo)

  • αόριστος της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος ŝiri