Μετάβαση στο περιεχόμενο

Španělka

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Španělka (cs) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

 δείτε τη λέξη  Španělsko