Άγρες
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Άγρες | ||
γενική | των | Αγρών | ||
αιτιατική | τις | Άγρες | ||
κλητική | Άγρες | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Άγρες < αρχαία ελληνική Ἄγραι
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈa.ɣɾes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ά‐γρες
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Άγρες θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό