Άνδεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Άνδεις | ||
γενική | των | Άνδεων | ||
αιτιατική | τις | Άνδεις | ||
κλητική | Άνδεις | |||
όπως «λύση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Άνδεις θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
- μακριά οροσειρά κατά μήκος της Νότιας Αμερικής
[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
Άνδεις στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'λύση' χωρίς ενικό
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς ενικό (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα ισπανικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ισπανικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τη γλώσσα κέτσουα (νέα ελληνικά)
- Ελληνική γλώσσα
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Οροσειρές της Αμερικής (νέα ελληνικά)
- Οροσειρές (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Αμερικής (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)