Άννα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Άννα | οι | Άννες |
γενική | της | Άννας | — | |
αιτιατική | την | Άννα | τις | Άννες |
κλητική | Άννα | Άννες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Άννα θηλυκό
[επεξεργασία]
- Αννούλα
- Αννέτα / Αννίτα
- Βασιλειάννα
- Ελεάννα
- Μαριάννα
- Κατηγορία:Γυναικεία ονόματα με επίθημα -άννα (νέα ελληνικά)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
Άννα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Άννα
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα εβραϊκά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)