Άτροπος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Άτροπος < αρχαία ελληνική Ἄτροπος
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Άτροπος θηλυκό
- (ελληνική μυθολογία) μία από τις τρεις Μοίρες της ελληνικής μυθολογίας
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Άτροπος στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Άτροπος
|