Έκτωρ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ο 'Εκτορας με την Κασσάνδρα.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Έκτωρ < Ἕκτωρ < πιθανόν από το έχω, αυτός που έχει και κρατά καλά < κατά τον Σωκράτη-Πλάτωνα στον Κρατύλο όνομα που έδωσε (ή εξελλήνισε) ο Όμηρος <πιθανόν συγγενές με την λεξη ἕστωρ (τμήμα της άγκυρας)

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Έκτωρ αρσενικό και Έκτορας

Μεταφράσεις[επεξεργασία]