Ήφαιστος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ήφαιστος | οι | Ήφαιστοι |
γενική | του | Ήφαιστου & Ηφαίστου |
των | Ήφαιστων & Ηφαίστων |
αιτιατική | τον | Ήφαιστο | τους | Ήφαιστους & Ηφαίστους |
κλητική | Ήφαιστε | Ήφαιστοι | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈi.fe.stos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ή‐φαι‐στος
Ετυμολογία 1
[επεξεργασία]- Ήφαιστος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Ἥφαιστος < προελληνική [1]
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ήφαιστος αρσενικό
- (ελληνική μυθολογία) ονομασία ολύμπιου θεού
- ⮡ Ο ναός του Ηφαίστου βρίσκεται κοντά στην Ακρόπολη της Αθήνας και χτίστηκε προς τιμήν του θεού Ήφαιστου.
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Ήφαιστος στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ήφαιστος
|
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 1‑2.
Ετυμολογία 2
[επεξεργασία]- Ήφαιστος < όνομα Ήφαιστος (θεός των αρχαίων Ελλήνων)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ήφαιστος αρσενικό (θηλυκό Ήφαιστου ή Ηφαίστου)
Μεταγραφές
[επεξεργασία]
Πηγές
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδινάλιος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την προελληνική (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα από ανθρωπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Σπάνιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)