Αβαρίτσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Αβαρίτσα
      γενική της Αβαρίτσας
    αιτιατική την Αβαρίτσα
     κλητική Αβαρίτσα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Αβαρίτσα < σλαβικής προέλευσης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.vaˈɾi.t͡sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Α‐βα‐ρί‐τσα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Αβαρίτσα θηλυκό, μόνο στον ενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. ΦΕΚ Α 81, 21 Μαρτίου 1951 (λήψη αρχείου PDF)
  2. ΦΕΚ Α 89, 4 Μαρτίου 1915 (λήψη αρχείου PDF)