Αβδουλίδη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αβδουλίδη < γενική ενικού του αρσενικού Αβδουλίδης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αβδουλίδη θηλυκό άκλιτο
Αβδουλίδη θηλυκό άκλιτο