Αγιοβλασίτου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αγιοβλασίτου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Αγιοβλασίτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αγιοβλασίτου θηλυκό
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Αγιοβλασίτου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Αγιοβλασίτης