Αμάν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: αμάν

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Αμάν < αραβική عمان (ʿammān)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /aˈman/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Α‐μάν
ομόηχο: αμάν

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Αμάν ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]