Αμφιθεάτισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: αμφιθεάτισσα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Αμφιθεάτισσα οι Αμφιθεάτισσες
      γενική της Αμφιθεάτισσας των Αμφιθεατισσών
    αιτιατική την Αμφιθεάτισσα τις Αμφιθεάτισσες
     κλητική Αμφιθεάτισσα Αμφιθεάτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Αμφιθεάτισσα < Αμφιθεάτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /aɱ.fi.θeˈa.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αμ‐φι‐θε‐ά‐τισ‐σα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Αμφιθεάτισσα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Αμφιθεάτης