Αντωνάτος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αντωνάτος < Αντών(ιος) ή Αντών(ης) + -άτος
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αντωνάτος αρσενικό (θηλυκό Αντωνάτου)
Αντωνάτος αρσενικό (θηλυκό Αντωνάτου)