Ανωμερίτη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ανωμερίτη < γενική ενικού του αρσενικού Ανωμερίτης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ανωμερίτη θηλυκό άκλιτο
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Ανωμερίτης
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Μεταγραφές
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
[επεξεργασία]Ανωμερίτη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Ανωμερίτης