Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αππαλάχια

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Αππαλάχια
      γενική των Αππαλαχίων
    αιτιατική τα Αππαλάχια
     κλητική Αππαλάχια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Αππαλάχια <  δείτε τη λέξη Απαλάχια

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.paˈla.çi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αππαλάχια

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Αππαλάχια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]
  • Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)