Αρσάκειο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Αρσάκειο | τα | Αρσάκεια |
γενική | του | Αρσάκειου & Αρσακείου |
των | Αρσάκειων & Αρσακείων |
αιτιατική | το | Αρσάκειο | τα | Αρσάκεια |
κλητική | Αρσάκειο | Αρσάκεια | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /aɾˈsa.ci.o/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αρ‐σά‐κει‐ο
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αρσάκειο ουδέτερο
- (επωνυμία) ονομασία σχολείων σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας και της Αλβανίας
- ※ Πήγαινα πια στην πρώτη γυμνασίου, στο Αρσάκειο. To κτίριο του Αρσακείου ήταν ακόμη ρημαγμένο από τον πόλεμο, κι έτσι το Αρσάκειο Ψυχικού στεγαζόταν προσωρινά σε μια μονοκατοικία, όχι μακριά από εκεί που είναι τώρα η Σχολή Μωραΐτη. (Ξένια Καλογεροπούλου, Γράμμα στον Κωστή, (Αθήνα: Πατάκης, 2015), σελ. 81)
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βούτυρο' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις από ανθρωπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ειο (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Επωνυμίες (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)