Βέντζα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈven.d͡za/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βέν‐τζα

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

Βέντζα < γενική ενικού του αρσενικού Βέντζας

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Βέντζα θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βέντζα οι Βέντζες
      γενική της Βέντζας των Βεντζών
    αιτιατική τη Βέντζα τις Βέντζες
     κλητική Βέντζα Βέντζες
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Βέντζα < λείπει η ετυμολογία, → και δείτε τη λέξη Βένιζα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Βέντζα θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]

Βέντζα αρσενικό