Μετάβαση στο περιεχόμενο

Βαρυμποπιώτισσα

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βαρυμποπιώτισσα οι Βαρυμποπιώτισσες
      γενική της Βαρυμποπιώτισσας των Βαρυμποπιωτισσών
    αιτιατική τη Βαρυμποπιώτισσα τις Βαρυμποπιώτισσες
     κλητική Βαρυμποπιώτισσα Βαρυμποπιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Βαρυμποπιώτισσα < Βαρυμποπιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /va.ɾi.boˈpço.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βαρυμποπιώτισσα

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Βαρυμποπιώτισσα θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Βαρυμποπιώτης