Μετάβαση στο περιεχόμενο

Βασίλη

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Βασίλη < αρχαία ελληνική Βασίλη

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /vaˈsi.li/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βασίλη

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Βασίλη

  1. ανδρικό όνομα
  2. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)

Μεταγραφές

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

[επεξεργασία]

Βασίλη αρσενικό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

λογιότερες:



Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

[επεξεργασία]

Βασίλη αρσενικό



 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
βᾰσῐλα-
ονομαστική Βασίλη αἱ Βασίλαι
      γενική τῆς Βασίλης τῶν Βασιλῶν
      δοτική τῇ Βασίλ ταῖς Βασίλαις
    αιτιατική τὴν Βασίλην τὰς Βασίλᾱς
     κλητική ! Βασίλη Βασίλαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Βασίλ
γεν-δοτ τοῖν  Βασίλαιν
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'δίκη' όπως «βελόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Βασίλη < άλλη μορφή του βασίλεια

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Βασίλη, -ης θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

ονόματα:

 και δείτε τη λέξη Βασίλειος