Βαυαρία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Βαυαρία | οι | Βαυαρίες |
γενική | της | Βαυαρίας | των | Βαυαριών |
αιτιατική | τη | Βαυαρία | τις | Βαυαρίες |
κλητική | Βαυαρία | Βαυαρίες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /va.vaˈɾi.a/
- συλλαβισμός : Βαυ‐α‐ρί‐α
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Βαυαρία θηλυκό
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Βαυαρία
[επεξεργασία]
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Β΄ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία'
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά (νέα ελληνικά)
- Ελληνική γλώσσα
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Περιοχές της Γερμανίας (νέα ελληνικά)
- Περιοχές (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Γερμανίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Κρατίδια της Γερμανίας (νέα ελληνικά)
- Κρατίδια (νέα ελληνικά)