Βεγγάλη
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Βεγγάλη | ||
γενική | της | Βεγγάλης | ||
αιτιατική | τη | Βεγγάλη | ||
κλητική | Βεγγάλη | |||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |

Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /veŋˈga.li/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βεγ‐γά‐λη
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Βεγγάλη θηλυκό
- περιοχή της Ασίας μεταξύ Ινδίας και Μπανγκλαντές
- ※ Για παράδειγμα στη Βεγγάλη της Ινδίας υπάρχουν περισσότεροι από δύο εκατομμύρια τυφλοί. Και αυτό γιατί δεν υπάρχει ένα οφθαλμιατρείο με αποτέλεσμα από πολύ απλές παθήσεις οι άνθρωποι να τυφλώνονται. Σκεφτείτε ότι το απλό κολλύριο που στην Ελλάδα το βρίσκετε παντού, στη Βεγγάλη δεν υπάρχει.
- Διακονία από Πακιστάν ώς και τις Φιλιππίνες, Η Καθημερινή, 25 Δεκεμβρίου 2008
- ※ Για παράδειγμα στη Βεγγάλη της Ινδίας υπάρχουν περισσότεροι από δύο εκατομμύρια τυφλοί. Και αυτό γιατί δεν υπάρχει ένα οφθαλμιατρείο με αποτέλεσμα από πολύ απλές παθήσεις οι άνθρωποι να τυφλώνονται. Σκεφτείτε ότι το απλό κολλύριο που στην Ελλάδα το βρίσκετε παντού, στη Βεγγάλη δεν υπάρχει.
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Βεγγάλη στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Βεγγάλη
|
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'νίκη' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από τη γλώσσα μπενγκάλι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Περιοχές της Ασίας (νέα ελληνικά)
- Περιοχές (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ασίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)