Βεναρδάτος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Βεναρδάτος < + -άτος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Βεναρδάτος αρσενικό (θηλυκό Βεναρδάτου)
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Βεναρδάτος αρσενικό
Κατηγορίες:
- Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Μαυροκορδάτος' (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας επωνύμων (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα με επίθημα -άτος (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Χωριά της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Χωριά (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)