Βλάχικο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Βλάχικο < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου βλάχικος
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Βλάχικο ουδέτερο
- (ελληνική ποικιλία αμπέλου) ποικιλία αμπέλου που καλλιεργείται στη βόρεια Ελλάδα και παράγει κόκκινο κρασί.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Βλάχικο
|