Βουλγαρία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Η σημαία της Βουλγαρίας.

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βουλγαρία οι Βουλγαρίες
      γενική της Βουλγαρίας των Βουλγαριών
    αιτιατική τη Βουλγαρία τις Βουλγαρίες
     κλητική Βουλγαρία Βουλγαρίες
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Η θέση της Βουλγαρίας στην Ευρώπη.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Βουλγαρία < μεσαιωνική ελληνική Βουλγαρία < Βούλγαροι[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /vul.ɣaˈɾi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βουλ‐γα‐ρί‐α

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Βουλγαρία θηλυκό

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)