Γιολτζής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Γιολτζής < γιολτζής < (άμεσο δάνειο) τουρκική yolc(u) (ταξιδιώτης) + -ής, κατάληξη -τζής < yol (δρόμος)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Γιολτζής αρσενικό (θηλυκό Γιολτζή)
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Ραγκαβής' (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ής (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -τζής (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα με επίθημα -τζής (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)