Γκονέα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Γκονέα
      γενική της Γκονέας
    αιτιατική την Γκονέα
     κλητική Γκονέα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Γκονέα < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /goˈne.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Γκο‐νέ‐α

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Γκονέα θηλυκό, μόνο στον ενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Νίκος Νέζης, Τοπωνυμικά της Αττικής, Αθήνα: Ανάβαση, 2013, σελ. 204