Γουβιώτισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Γουβιώτισσα οι Γουβιώτισσες
      γενική της Γουβιώτισσας των Γουβιωτισσών
    αιτιατική τη Γουβιώτισσα τις Γουβιώτισσες
     κλητική Γουβιώτισσα Γουβιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Γουβιώτισσα < Γουβιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ɣuˈvʝo.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Γου‐βιώ‐τισ‐σα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Γουβιώτισσα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Γουβιώτης