ΔΕΔΔΗΕ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ΔΕΔΔΗΕ < Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας

Συντομομορφή[επεξεργασία]

ΔΕΔΔΗΕ αρσενικό ακρωνύμιο