Δαδί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: δαδί

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Δαδί τα Δαδιά
      γενική του Δαδιού των Δαδιών
    αιτιατική το Δαδί τα Δαδιά
     κλητική Δαδί Δαδιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Δαδί < δαδί[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ðaˈði/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Δα‐δί

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Δαδί ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Καλλιόπη Στάρα, «Μακρινά δαδιά, ταπεινά λυχνάρια», στο: Ιωάννης Μότσιανος, Ελένη Μπίντση, Μια ιστορία από φως στο φως: Κατάλογος έκθεσης, Θεσσαλονίκη: Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας-Θράκης, 2011, σελ. 331
  2. ΦΕΚ Α 213, 2 Ιουνίου 1915