Δεσπότη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Δεσπότη < γενικού ενικού του αρσενικού Δεσπότης

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Δεσπότη θηλυκό

Μεταγραφές[επεξεργασία]